- λέγονται
- λέγω 1laypres ind mp 3rd plλέγω 2pick uppres ind mp 3rd plλέγω 3laypres ind mp 3rd pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
αθέμιτες πράξεις — Λέγονται οι πράξεις που είναι αντίθετες με το δίκαιο και την έννομη τάξη. Ο όρος αθέμιτος είναι ισοδύναμος με τον όρο άδικος. Έτσι, α.π. είναι οι άδικες πράξεις. Κατά τον προϊσχύοντα ποινικό νόμο, ο όρος δήλωνε κάθε αξιόποινη πράξη, δηλαδή κάθε… … Dictionary of Greek
μουνδοπολυνησιακές γλώσσες — Λέγονται έτσι οι γλώσσες που ανήκουν στις γλωσσικές οικογένειες μούνδα χμερ και μαλαιοπολυνησιακή. Μιλιούνται από περίπου 80 εκατομμύρια ανθρώπους. Η άποψη ότι από τις δύο οικογένειες διαμορφώθηκε η μεγαλύτερη μουνδοπολυνησιακή ενότητα (γεγονός… … Dictionary of Greek
νεοπλασίες — Λέγονται και όγκοι. Παθολογικοί σχηματισμοί που οφείλονται σε άτακτο πολλαπλασιασμό κυττάρων. Οι ν. διακρίνονται με ιστολογικά και κλινικά κριτήρια που μπορεί να συμπίπτουν σε καλοήθεις και κακοήθεις. Καλούνται καλοήθεις οι ν. που σχηματίζονται… … Dictionary of Greek
ομοιόθερμο ή ομόθερμα — Λέγονται έτσι διάφορα ζώα –θηλαστικά και πουλιά– τα οποία, επειδή διαθέτουν υψηλή ισχύ θερμικής αυτορρύθμισης, έχουν σταθερή εσωτερική θερμοκρασία ή μεταβλητή σε πολύ περιορισμένα όρια και κατά συνέπεια ανεξάρτητη από εκείνη του εξωτερικού… … Dictionary of Greek
οργανογενή πετρώματα — Λέγονται και βιογενή. Οι φακοειδείς ή θολοειδείς αποθέσεις ασβεστόλιθων, κυρίως, με αποκλειστικά οργανογενή προέλευση, που βρίσκονται ανάμεσα σε άλλα ιζηματογενή πετρώματα. Ο σχηματισμός των πετρωμάτων αυτών οφείλεται στη δράση οργανισμών φυτικών … Dictionary of Greek
ορνιθόμορφα — Λέγονται και ορνιθοειδή. Τάξη πουλιών που αποτελείται ολόκληρη σχεδόν από την υπόταξη των αλεκτόρων. Τα ο. περιλαμβάνουν μερικά είδη που εκτρέφονται από τον άνθρωπο και πολλά άγρια που υφίστανται κατά κανόνα εντατικό κυνήγι. Αν και οι διαστάσεις… … Dictionary of Greek
ροδοφύκη — Λέγονται και ροδόφυτα. Μικροσκοπικά φύκη, από τα πιο λεπτοφυή, ως προς το χρώμα και την κομψότητα των μορφών· ο θαλλός τους, πάντοτε πολυκύτταρος και στερεωμένος στο υπόθεμα, μπορεί να είναι απλός με διάπλαση νηματοειδή ή φυλλοειδή (κλάση… … Dictionary of Greek
Σαρακατσάνοι — Λέγονται και Σαρακατσαναίοι. Νομαδική φυλή κτηνοτρόφων, που ζει στην Ελλάδα. Οι Σ. είναι διασκορπισμένοι σε ολόκληρη τη χώρα, εκτός από τα νησιά, και είναι χωρισμένοι σε πατριές, κάθε μια από τις οποίες έχει δικό της αρχηγό. Μιλάνε δική τους,… … Dictionary of Greek
υμενοφυλλίδες — Λέγονται και Υμενοφυλλοειδή. Οικογένεια φυτών του αθροίσματος των πτερίδων, που αριθμεί αρκετά γένη πτερίδων των εύκρατων και θερμών χωρών. Τα φυτά αυτά είναι από τα ατελέστερα που υπάρχουν και διακρίνονται βασικά από το προθάλλιό τους, το οποίο… … Dictionary of Greek
συντακτικό — Μελέτη των συντακτικών αξιών των γλωσσικών τύπων. Από τους διάφορους τομείς έρευνας, που κληρονόμησε η σύγχρονη γλωσσολογία από την παραδοσιακή κανονιστική γραμματική, το σ. είναι εκείνο που θέτει τα περισσότερα προβλήματα. Κατά την αρχαία και τη … Dictionary of Greek